5/11/2008
Που κρίθηκαν οι Αμερικανικές εκλογές;
Πού κρίθηκαν οι Αμερικανικές Προεδρικές εκλογές; Πως ένα τοπίο που ήταν αρκετά ρευστό για μεγάλο διάστημα και κυρίως μετά τις εκλογικές συνελεύσεις (conventions) των Δημοκρατικών και των Ρεπουμπλικανών, εν τέλει μεταμορφώθηκε σε ισχυρό ρεύμα υπέρ του Ομπάμα ως αδιαφιλονίκητου φαβορί στην τελική ευθεία; Άλλωστε οι δυο πρόσφατες Προεδρικές εκλογές, μέχρι το νήμα, θεωρούντο αμφίρροπες. Επίσης και οι περισσότερες μάχες των τελευταίων δεκαετιών κρίθηκαν δύσκολα. (Φαβορί είχαμε μόνο στη δεύτερη θητεία Νίξον, στη δεύτερη θητεία Ρέιγκαν και στη δεύτερη θητεία Κλίντον). Όταν ξεκίνησε η κούρσα των Προεδρικών εκλογών, μέσα από την μάχη του χρίσματος των δύο κομμάτων, οι Δημοκρατικοί ήταν εκείνοι που θεωρούντο οι επικρατέστεροι για να εκλέξουν άνετα Πρόεδρο. Κατ’ αρχάς είχαν επικρατήσει κατά κράτος στις ενδιάμεσες εκλογές (off year elections) για το Κογκρέσο το 2006. Ταυτόχρονα ο Ρεπουμπλικανός Πρόεδρος Μπους ήταν πλήρως απαξιωμένος και το αίτημα για «αλλαγή» ήταν κυρίαρχο. Αυτό το ρεύμα της αλλαγής καθιστούσε λοιπόν φαβορί τον όποιο υποψήφιο (Χίλαρι ή Ομπάμα) θα επέλεγε το Δημοκρατικό κόμμα. Πέραν μάλιστα της απαξίωσης ενός Ρεπουμπλικανού Προέδρου, το Ρεπουμπλικάνικο κόμμα δεν διέθετε κάποιο χαρισματικό υποψήφιο που να αντιπαλέψει το ρεύμα αυτό (και ένας τέτοιος υποψήφιος δεν ήταν ασφαλώς ο Μακέην). Η μάχη για το χρίσμα του Δημοκρατικού κόμματος όμως, δημιούργησε νέες ισορροπίες. Και τούτο διότι το Κόμμα διχάσθηκε βαθιά και μάλιστα μέχρι την τελική ευθεία της εξοντωτικής εσωκομματικής μάχης. Οι δυο υποψήφιοι για την Προεδρία συγκρούσθηκαν μετωπικά, με την Χίλαρι (που αιφνιδιάστηκε από την απήχηση του Ομπάμα) να χρησιμοποιεί έντονα απαξιωτικούς όρους για τον εσωκομματικό της αντίπαλο. (Φράσεις της κατά του Ομπάμα έγιναν μάλιστα «διαφημίσεις» από το επιτελείο του Μακέην). Την ώρα λοιπόν που οι Δημοκρατικοί σπαράσσονταν, οι Ρεπουμπλικάνοι έδιναν γρήγορο και άνετο προβάδισμα στον Μακέην, ο οποίος θα εκλέγονταν πανηγυρικά και σχετικά σύντομα, έχοντας έτσι πολύτιμο χρόνο για να ξεκινήσει την προεδρική του εκστρατεία πολύ πριν τον Ομπάμα. Ο τελευταίος, με δεδομένες τις πικρίες του εσωκομματικού ανταγωνισμού των Δημοκρατικών, οδηγήθηκε στο να μην επιλέξει την Χίλαρι Κλίντον ως Αντιπρόεδρο, κάτι που κατέστησε σαφές από την ώρα που κέρδισε το χρίσμα. Όμως η Χίλαρι διέθετε μια εκλογική πελατεία στην οποία ο Ομπάμα ήταν ευάλωτος, δηλαδή τις γυναίκες και τους εργάτες και τεχνίτες (blue collar workers). Οι ομάδες αυτές ήταν όμως εξαιρετικά κρίσιμες, ιδίως διότι ο Ομπάμα υστερούσε στη συναισθηματική επικοινωνία που έλκυε τις ομάδες αυτές και περιοριζόταν σε μια «διανοητική» και «ψυχρή» επικοινωνία. Μόνο τυχαίο άλλωστε δεν ήταν ότι στους λευκούς ψηφοφόρους, η απήχηση του Ομπάμα ήταν κυρίως σε άτομα με υψηλότερη μόρφωση. Η μη επιλογή της Χίλαρι αποτέλεσε ένα υψηλότατο ρίσκο για τον Ομπάμα που φάνηκε να υποτιμά τις δυσκολίες. Όταν αυτές άλλωστε άρχισαν να εμφανίζονται στις δημοσκοπήσεις, η γκρίνια στο χώρο των Δημοκρατικών είχε ως στόχο το «αλαζονικό του επιτελείο». Ο «αέρας» στα πανιά του Ομπάμα άρχισε να υποχωρεί μέχρι την εκλογική συνέλευση των Δημοκρατικών όπου η ομιλία του ξαναζωντάνεψε την εκστρατεία του. Όμως η νέα εκτίναξη του Ομπάμα (το λεγόμενο bounce της συνέλευσης των Δημοκρατικών) δεν διήρκεσε για πολύ. Η ρελάνς του Μακέην ήρθε με την επιλογή της Σάρα Πέιλιν ως Αντιπροέδρου του. Η επιλογή εκείνη επισκίασε τα όσα είχαν προηγηθεί. Η Πέιλιν, αρχικά, συσπείρωσε τη σκληρή βάση των Ρεπουμπλικανών με τις ακραίες απόψεις της, ενώ είχε ταυτόχρονα σημαντική απήχηση στις γυναίκες και μάλιστα σε αυτές που είχε προσελκύσει η Χίλαρι Κλίντον. Ο Μακέην άρχισε να προηγείται στις γυναίκες ψηφοφόρους με άνω του 10%. Οι δύο υποψήφιοι ήταν πλέον λίγο – πολύ ισόπαλοι στις δημοσκοπήσεις. Η επιλογή της Πέιλιν ήταν βεβαίως «ρηχά επικοινωνιακή» (εντυπωσιασμός) και γι’ αυτό είχε de facto περιορισμένη διάρκεια. Όταν η συγκεκριμένη επιλογή του Μακέην πέρασε από την «ασφάλεια» των ομιλιών στις «εξετάσεις» των συνεντεύξεων, τα προβλήματά της άρχισαν να πολλαπλασιάζονται ραγδαία. Το κεντρικό πρόβλημα της Πέιλιν δεν είναι τόσο οι λαϊκίστικες και ακραίες απόψεις της. Αλλά η απουσία «πολιτικού βάρους». Και άρα η ανασφάλεια που δημιουργούσε η πιθανότητα να βρεθεί στη θέση της Προέδρου των ΗΠΑ. Επίσης η προσπάθεια του Μακέην να πείσει ότι αυτός και η Πέιλιν είναι εκφραστές της «αλλαγής», ως μη τυπικοί Ρεπουμπλικανοί (mavericks), θα έπεφτε σταδιακά στο κενό. Το πολιτικό τοπίο ανατράπηκε δραματικά με το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης και την βουτιά της wall street. Οι αρχικές δηλώσεις του Μακέην περί «ισχυρής αμερικανικής οικονομίας» δεν τον απέκοψαν μόνο από το δημόσιο αίσθημα, αλλά τον ταύτισαν με τον Μπους και την πολιτική του. Εν μία νυκτί, εκείνο που προσπαθούσε να αποφύγει ο Μακέην (γι’ αυτό και ο Μπους δεν παρευρέθη στην εκλογική συνέλευση των Ρεπουμπλικανών), το προκάλεσε ο ίδιος! Το χειρότερο ήταν ότι η ταύτιση πραγματοποιήθηκε στο πεδίο της οικονομίας, όπου ο Ομπάμα διέθετε το στρατηγικό πλεονέκτημα από την αρχή της εκστρατείας. Από το σημείο εκείνο και πέρα, ο Ομπάμα θα επαναλάμβανε αδιάλειπτα πως με Πρόεδρο τον Μακέην η Αμερική θα βίωνε «τέσσερα ακόμη χρόνια της πολιτικής Μπους». Η διεθνής κρίση έγινε λοιπόν το ιδανικό όχημα για τον Ομπάμα ώστε να πετύχει τον υπέρτατο στρατηγικό του στόχο: Να ταυτίσει τον Μακέην με τον Μπους! Ματαίως στα debates ο Μακέην κατέφυγε σε ευφυολογήματα του τύπου «αν ο αντίπαλός σας ήταν ο Μπους θα έπρεπε ν’ αντιπαραταχθείτε μαζί του πριν τέσσερα χρόνια, όχι τώρα». Η στρατηγική Ομπάμα της απόλυτης επικέντρωσης στην οικονομία (διότι ήταν ευάλωτος στην εξωτερική πολιτική) και της παρουσίασης του Μακέην ως συνεχιστή του Μπους, απέδιδε όλο και πιο ορατούς καρπούς. Η απόδειξη ήταν οι υστερικές αντιδράσεις του επιτελείου του Μακέην, με την Πέιλιν να εμφανίζει τον Ομπάμα ως «φίλο τρομοκρατών» και τον Μακέην να τον κατηγορεί ως «σοσιαλιστή». Φυσικά η νίκη του Ομπάμα, ως του πρώτου αφροαμερικανού Προέδρου, έχει τεράστια συμβολική σημασία. Επίσης σφραγίζει το τέλος της «εποχής Μπους», όπου η υπερδύναμη ανέδειξε τα χειρότερα ένστικτά της και καλλιέργησε την πιο αρνητική της παγκόσμια εικόνα. Όμως η νίκη αυτή, δεν επετεύχθη τόσο εύκολα όσο φάνηκε στην τελική ευθεία. Μάλιστα, όταν ξεκινούσε ο «προεδρικός μαραθώνιος», πριν πάρουν τα χρίσματα οι υποψήφιοι, τα πράγματα εμφανίζονταν πολύ πιο εύκολα για τους Δημοκρατικούς. Στην πορεία όμως, για λόγους που αναλύσαμε, η μάχη έγινε πολύ πιο «σφικτή» και αμφίρροπη. Μέχρι ένα απρόσμενο και απότομο νέο δεδομένο που άλλαξε τα πάντα. Άρα σ’ αυτή την εκλογική μάχη το απρόβλεπτο καθόρισε, σε μεγάλο βαθμό, την έκβασή της. Ή έστω την ισορροπία της. Βεβαίως, με δεδομένη την «εποχή Μπους», η ανάβαση του Μακέην ήταν δυσκολότατη. Και ο δρόμος του Ομπάμα ήταν θεωρητικά πιο εύκολος για να κερδίσει την Προεδρία των ΗΠΑ απ’ ό,τι να αποσπάσει το χρίσμα του κόμματός του. Ειδικά μετά το χρίσμα, δεν απέφυγε τα λάθη. Όμως τα σοβαρότερα λάθη τα έκανε τελικά ο αντίπαλός του. Την ώρα που η εκστρατεία του Ομπάμα γινόταν όλο και πιο πειθαρχημένη. Συμπεραίνοντας: Τα διαχρονικά φορτία Μπους και η απρόσμενη οικονομική κρίση έγειραν την πλάστιγγα. Με την εκστρατεία της κάθε πλευράς να γέρνει ακόμη περισσότερο την πλάστιγγα. Το αίτημα της «αλλαγής» που εκπροσωπούσε ο Ομπάμα έγινε, εν τέλει, ισχυρότατο ρεύμα. Και εδώ τελείωσαν όλα. Υ.Γ. Βέβαια όσοι αναμένουν εντυπωσιακές αλλαγές, ιδίως στην εξωτερική πολιτική της υπερδύναμης, είναι καταδικασμένοι ν’ απογοητευθούν. Τίποτα δεν δικαιολογεί μια παρόμοια αισιοδοξία.