Οι μισοί Ελληνες χρωστάνε δάνεια και φόρους, επτά τους δέκα έχουν μειώσει τις αγορές τους σε τρόφιμα, ενώ οι τέσσερις στους δέκα αγοράζουν...χαμηλής ποιότητας φτηνά τρόφιμα. Αγορά χωρίς καταναλωτές, νεκρή. Τα παραπάνω, μεταξύ άλλων, προκύπτουν από ειδική, έκτακτη έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕ, για το εισόδημα και τις δαπάνες των νοικοκυριών, σε δείγμα 1207 αντιπροσωπευτικών νοικοκυριών σε όλη την Ελλάδα.
Ο στόχος της έρευνας ήταν η καταγραφή των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης στο εισόδημα, τις δαπάνες των νοικοκυριών, στη ζήτηση καθώς και η αποτύπωση της στάσης των καταναλωτών- πολιτών σχετικά με την ποιότητα διαβίωσης και τις φορολογικές και άλλες οικονομικές υποχρεώσεις.
Προκύπτει πως η κοινωνία του 50% κάνει την εμφάνισή της. Ο μισός πληθυσμός κινδυνεύει να βρεθεί στο οικονομικό περιθώριο, δεν καλύπτει φορολογικές υποχρεώσεις, χρωστάει δάνειο, αγοράζει αγαθά χαμηλότερης ποιότητας για να ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις.
Τα στοιχεία της έρευνας, μαρτυρούν πως το 93,1% των νοικοκυριών, είχε σημαντική μείωση των εισοδημάτων μετά το ξέσπασμα της κρίσης. Ο μέσος όρος μείωσης του οικογενειακού εισοδήματος σε σχέση με 3 χρόνια πριν, καταγράφεται στο 38%. Ουσιαστικά, βρισκόμαστε μπροστά στην παγίωση μιας οικονομικής κατάστασης για τα νοικοκυριά που μας οδηγεί στην «οικονομία - κοινωνία του 50%», ωθώντας στο περιθώριο και τα όρια επιβίωσης το υπόλοιπο μισό του πληθυσμού, σημειώνεται.
Δραματική εικόνα παρουσιάζεται σε σχέση με τα ποσοστά απασχόλησης. Σχεδόν το 40% των νοικοκυριών έχουν στην οικογένεια ένα τουλάχιστον άτομο σε ανεργία. Οι συντάξεις αποτελούν για το 40% των νοικοκυριών την κυριότερη πηγή εισοδήματος.
Το 50% των νοικοκυριών αντιμετωπίζει πλέον σοβαρές οικονομικές δυσκολίες, αφού για την κάλυψη των βασικών υποχρεώσεων αναγκάστηκε να χρησιμοποιήσει πόρους από πηγές πέραν του τρέχοντος εισοδήματος- δανεισμό από φίλους/συγγενείς, κάρτες, αποταμίευση.
Το 40% περίπου των νοικοκυριών, λόγω της μείωσης των εισοδημάτων, ανέφερε ότι έχει καθυστερημένες οφειλές, μεγαλύτερο μέρος των οποίων αφορά τις πάγιες ανάγκες του νοικοκυριού (φως, νερό, ενέργεια), τις οφειλές προς εφορία και τις δανειακές υποχρεώσεις.
Σχεδόν το 70% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι έχει κάνει περικοπές ακόμη και στα είδη διατροφής. Το ποσοστό φθάνει ακόμη και το 80% για εισοδήματα έως 10.000 ευρώ. Επιπλέον, το 80% έχει κάνει περικοπές στις μετακινήσεις, το 92% στις δαπάνες ένδυσης - υπόδησης και το 83,2 στη θέρμανση του νοικοκυριού. Σχεδόν το 90% του πληθυσμού έχει κάνει περικοπές σε ότι αναφέρεται ως δαπάνες για «διασκέδαση και διαχείριση ελεύθερου χρόνου» (εστιατόρια, καφέ, σινεμά, ταξίδια, αρτοποιεία). Επιπλέον, το 42,5% των νοικοκυριών δήλωσε ότι αγοράζει προϊόντα χαμηλότερης ποιότητας.
Η ανάγκη για επιβίωση προηγείται της φορολογικής συνείδησης, αφού το 47% των νοικοκυριών παραδέχεται ότι μπορεί και να μη λάμβανε απόδειξη προκειμένου να επιβαρυνθεί λιγότερο. Το 52% επιθυμεί φορολογική ευταξία, ενώ το 49% αποδοκιμάζει την υιοθέτηση πολιτικής κοινωνικού αυτοματισμού για τη δυνατότητα μη πληρωμής σε περιπτώσεις μη έκδοσης αποδείξεων.
Για την αγορά, η οποία – σύμφωνα με την έρευνα- οδηγείται σε μια παρατεταμένη «ετήσια χειμερία νάρκη», οι καταναλωτές σε μεγάλο ποσοστό (68,8%) αναμένουν τις εκπτώσεις προκειμένου να κάνουν τις αγορές τους, το εμπόριο λοιπόν σε νεκρή από αγοραστικό ενδιαφέρον περίοδο μεγαλύτερη από 10 μήνες.
Οι καταναλωτές δεν αναζητούν περισσότερο χρόνο για έρευνα αγοράς, αλλά ενδιαφέρονται για οικονομικές και συμφέρουσες λύσεις. Όπως σημειώνει η ΓΣΕΒΕΕ, τα στοιχεία αναδεικνύουν πως πέφτει στο κενό η επιχειρηματολογία για τη διεύρυνση του ωραρίου λειτουργίας των καταστημάτων τις Κυριακές.