Εμείς θα αναλάβουμε την ευθύνη να βγούμε από την πρωτοφανή οικονομική κρίση, ξεκαθάρισε ο πρωθυπουργός στην εισαγωγική του τοποθέτηση στο πλαίσιο της συνέντευξης Τύπου για τις 100 ημέρες διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ.
Ο κ. Παπανδρέου αναγνώρισε ότι η Ελλάδα λοιδωρείται σχεδόν καθημερινά από ξένους οίκους και δημοσιεύματα, γεγονός που κανέναν δεν χαροποιεί.
«Θα αποδείξουμε στους ίδιους τους εαυτούς μας ότι μπορούμε να αλλάξουμε. Είναι πρόκληση για όλους μας, από την πολιτική ηγεσία του τόπου αλλά και για όλους εσάς» εξήγησε.
Τόνισε δε ότι όλοι «σήκωσαν τα μανίκια από την πρώτη στιγμή» και ήδη υπάρχουν σημαντικές παρεμβάσεις.
Ο πρωθυπουργός αναγνώρισε και λάθη στις πρώτες 100 μέρες, σημειώνοντας χαρακτηριστικά ότι μόνον όσοι δεν κάνουν τίποτα είναι αλάνθαστοι.
Αφού αναφέρθηκε στις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης το προηγούμενο διάστημα, ο κ. Παπανδρέου τόνισε ότι οι επόμενοι μήνες θα είναι κρίσιμοι («θα κινηθούμε με ορθοπεταλιά») με αιχμή:
* Το νέο φορολογικό σύστημα
* Τη μεταρρύθμιση του Ασφαλιστικού
* Το νέο εκλογικό σύστημα
* Τα ζητήματα της ευρύτερης λειτουργίας του κράτους («Καλλικράτης»)
* Το νομοσχέδιο για τους μετανάστες
Ο κ. Παπανδρέου αναγνώρισε ότι οι παρεμβάσεις που προγραμματίζει η κυβέρνηση θα συναντήσουν αντιδράσεις και αντιστάσεις, ωστόσο, τόνισε ότι οι πολίτες είναι ώριμοι πλέον να δεχθούν τις ανατροπές που θα αλλάξουν την εικόνα της χώρας.
«Θέλω να γνωρίζουν όλοι ότι δεν θα κάνουμε πίσω. Είμαστε αποφασισμένοι να δικαιώσουμε όσους πίστεψαν σε εμάς και μας έδωσαν μια μεγάλη πλειοψηφία» ξεκαθάρισε.
Τα ερωτήματα στον πρωθυπουργό
Απαντώντας σε ερώτηση για το αν τελικά «υπάρχουν λεφτά», όπως έλεγε το ΠΑΣΟΚ προεκλογικά, ο πρωθυπουργός τόνισε ότι πλούτος παράγεται στη χώρα, αλλά πήγαινε σε λάθος κατεύθυνση.
Έφερε μάλιστα το παράδειγμα ενός μόνο υπουργείου και του τρόπου που γινόταν η διαχείριση του δημόσιου χρήματος.
Σε ερώτηση για τον τρόπο λειτουργίας της κυβέρνησης, αλλά και της σύγχυσης που δημιουργείται συχνά από την κριτική που ασκείται στον υπουργό Οικονομικών, ο κ. Παπανδρέου σημείωσε ότι είναι λογικό μέσα στο πλαίσιο των αποφάσεων να υπάρχουν και διαφορετικές φωνές.
«Ο ρόλος της Βουλής είναι νομοθετικός αλλά και ελεγκτικός» υπογράμμισε, σχολιάζοντας τις αντιδράσεις των βουλευτών του ΠΑΣΟΚ.
Στήριξε απόλυτα τον υπουργό Οικονομικών Γιώργο Παπακωνσταντίνου, λέγοντας ότι κάνει καλά τη δουλειά του με δεδομένο το δύσκολο έργο που έχει να φέρει εις πέρας.
Σε σχετικό ερώτημα αν υπάρχει «κόκκινη γραμμή» στις διαφοροποιήσεις, είπε ότι στο στάδιο της διαβούλευσης και του διαλόγου όλες οι απόψεις λαμβάνονται υπόψη, ωστόσο, όταν ληφθεί μια απόφαση όλοι οφείλουν να τη δεχθούν.
Για το ενδεχόμενο εξόδου της χώρας από την ευρωζώνη, την προσφυγή στο ΔΝΤ αλλά και τα διεθνή δημοσιεύματα εις βάρος της Ελλάδας, ο κ. Παπανδρέου ξεκαθάρισε ότι δεν τίθεται θέμα εξόδου της χώρας από τη ζώνη του ευρώ ή προσφυγής στο ΔΝΤ.
«Υπάρχει η διεθνής κρίση, αλλά και τα ελληνικά προβλήματα, τα οποία εμείς πρέπει να βάλουμε σε τάξη» ξεκαθάρισε.
Ωστόσο, αναγνώρισε σκοπιμότητες και κερδοσκοπικά παιχνίδια, λέγοντας ότι για αυτό ακριβώς το λόγο είναι υποχρέωση της χώρας να αποκτήσει αξιοπιστία.
Για τις αυξήσεις στο Δημόσιο Τομέα επανέλαβε ότι ισχύουν οι προεκλογικές δεσμεύσεις, όπως και το πλαφόν για το «πάγωμα» των αυξήσεων.
Σε ερώτηση για το αν θα γίνει αποδεκτό το Πρόγραμμα Σταθερότητας, ο κ. Παπανδρέου δήλωσε αισιόδοξος ότι η χώρα θα πείσει τους εταίρους, αρκεί όλοι να αναλάβουν τις ευθύνες τους.
Για την απόφαση η δημοσιονομική προσαρμογή να ολοκληρωθεί σε τρία χρόνια (αντί τέσσερα), είπε ότι είναι απαραίτητο να απελευθερώσουμε τη χώρα από τα βάρη, αλλά και να δοθεί στο εξωτερικό το μήνυμα της αποφασιστικότητας.
Σε ερώτηση για το αν υπάρχουν ποινικές ευθύνες για τα λανθασμένα στοιχεία των προηγούμενων κυβερνήσεων, ο πρωθυπουργός τόνισε ότι οι αρμόδιες κοινοβουλευτικές επιτροπές εξετάζουν όλα τα δεδομένα, προκειμένου να διαπιστωθεί αν υπάρχει τέτοιο ζήτημα.
Ο κ. Παπανδρέου αναγνώρισε ότι υπάρχει η ανάγκη -λόγω της κατάστασης που παρέλαβε το ΠΑΣΟΚ- για έκτακτα εισπρακτικά μέτρα (όπως τις αυξήσεις σε ποτά-τσιγάρα και τις γονικές παροχές), αλλά το μεγάλο ζητούμενο για τη χώρα είναι μια άλλη πολιτική που θα φέρει ανάπτυξη και όχι την ανάγκη για τη λήψη έκτακτων μέτρων και τα επόμενα χρόνια.
Για τον προϋπολογισμό είπε ότι αποτελεί δέσμευση της κυβέρνησης να πετύχει τους στόχους της, υπενθυμίζοντας ότι παρά το γεγονός ότι ψηφίστηκε ήδη, η κυβέρνηση προχώρησε σε επιπρόσθετα μέτρα, τα οποία -όπως εκτίμησε- θα έχουν πολλαπλό όφελος.
Σε άλλη ερώτηση ο κ. Παπανδρέου καλωσόρισε την κριτική στην κυβέρνηση, αλλά ζήτησε από τα Μέσα Ενημέρωσης να μην λειτουργούν στην κατεύθυνση της εμπέδωσης κλίματος πανικού για την οικονομία.
«Η κατάσταση που βρήκαμε είναι 'για κλάματα'» είπε, αλλά επανέλαβε την ανάγκη να μην δημιουργείται η αίσθηση ότι δεν είναι δυνατόν η χώρα να πετύχει τους στόχους της.
Για το θέμα του ΦΠΑ υπογράμμισε ότι η κυβέρνηση ποτέ δεν είπε ότι θα τον αυξήσει ούτε ο ίδιος έχει πάρει κάποια τέτοια εισήγηση από το υπουργείο Οικονομικών.
Για τη στελέχωση του δημόσιου τομέα, ο πρωθυπουργός αναγνώρισε καθυστερήσεις στην τοποθέτηση Γενικών Γραμματέων, αλλά τόνισε ότι η επιλογή προσώπων με διαφάνεια είναι μια πρωτόγνωρη διαδικασία που πρέπει να προχωρήσει.
«Τα υπουργεία δεν είναι φέουδο κανενός υπουργού» είπε χαρακτηριστικά, ενώ υπενθύμισε ότι χάρη σε αυτή τη διαδικασία αναδείχθηκαν και ικανά στελέχη.
Για το νομοσχέδιο σχετικά με την ελληνική ιθαγένεια στους μετανάστες ο κ. Παπανδρέου κατηγόρησε την ΝΔ ότι άνοιξε τα σύνορα το 1992 χωρίς έλεγχο και προϋποθέσεις, υπενθυμίζοντας ότι οι πρώτες πρωτοβουλίες για τη νομιμοποίηση των χιλιάδων ανθρώπων που βρέθηκαν στη χώρα έγιναν από τις προηγούμενες κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ.
Κατηγόρησε μάλιστα την κυβέρνηση Καραμανλή ότι δεν προώθησε τη συμφωνία επαναπροώθησης με την Τουρκία, την οποία ο ίδιος (ο κ. Παπανδρέου) είχε υπογράψει με τον τότε Τούρκο ΥΠΕΞ Ισμαήλ Τζεμ.
Ο πρωθυπουργός υπεραμύνθηκε του νέου νομοσχεδίου, λέγοντας ότι θέτει κανόνες και σαφείς προϋποθέσεις για το πώς μπορούν να αποκτήσουν ελληνική ιθαγένεια όσοι επέλεξαν την Ελλάδα για πατρίδα τους.
Σε ερώτηση για το αν είχε κάποια επαφή με τον Κώστα Σημίτη, ο κ. Παπανδρέου είπε ότι ο πρώην πρωθυπουργός αποτελεί κεφάλαιο για τη χώρα. «Έχουμε συχνές επαφές» αρκέστηκε να δηλώσει.
Για τον εκλογικό νόμο είπε ότι στόχος είναι «στο μέτρο του δυνατού αναλογικό, αλλά να δίνει και βιώσιμες κυβερνήσεις».
Υπάρχει ανάγκη να αλλάξει το παρόν σύστημα που ενισχύει τις πελατειακές σχέσεις, τη διακίνηση «μαύρου» χρήματος και τα αρχηγοκεντρικά κόμματα, τόνισε ο κ. Παπανδρέου.
Σε άλλη ερώτηση για το αν θα τεθεί θέμα κομματικής πειθαρχίας στην ψήφισή του, ο πρωθυπουργός δήλωσε βέβαιος ότι μετά τη διαβούλευση οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ θα στηρίξουν το νομοσχέδιο.
Για τις σχέσεις με την Τουρκία και την επιστολή Ερντογάν ο πρωθυπουργός είπε ότι θα επιδιώξει συνάντηση με τον Τούρκο ομόλογό του, παρά τις διαφορές και τις «προκλητικές» θέσεις που κατά καιρούς υιοθετεί η Αγκυρα.
«Προσερχόμαστε και εμείς με τις δικές μας θέσεις» υπενθύμισε.
Για την εκλογή Σαμαρά στην ηγεσία της ΝΔ, ο κ. Παπανδρέου ευχήθηκε καλή επιτυχία στην προσπάθειά του, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι έχει πολλή δουλειά στην προσπάθεια να εκσυγχρονίσει το κόμμα του.
«Τον αντιμετωπίζω ως έναν έγκυρο πολιτικό που εκφράζει ένα μεγάλο τμήμα του ελληνικού λαού» είπε σε άλλη ερώτηση εκφράζοντας την ελπίδα ότι θα στηρίξει εθνικά ζητήματα με προτάσεις.
Σχετικά με την πρόταση Μητσοτάκη για σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής ανάγκης, ο κ. Παπανδρέου είπε ότι ο ελληνικός λαός «ψήφισε το ΠΑΣΟΚ κυβέρνηση εκτάκτου ανάγκης», προκειμένου να υλοποιήσει τις μεγάλες αλλαγές.
«Για τις μεγάλες αλλαγές δεν υπάρχει αντίρρηση για ευρύτερες συναινέσεις, όχι όμως για το μοίρασμα της εξουσίας» συμπλήρωσε, για να υπενθυμίσει ότι το ΠΑΣΟΚ και ως Αξιωματική Αντιπολίτευση είχε δηλώσει πρόθυμο «να βάλει πλάτη» για να αντιμετωπιστούν τα μεγάλα προβλήματα.
Για την επανεμφάνιση της τρομοκρατίας, ο κ. Παπανδρέου ξεκαθάρισε ότι η Δημοκρατία δεν τρομοκρατείται, έκανε λόγο για εγκληματικές ενέργειες του κοινού ποινικού δικαίου που βλάπτουν συνολικά τη χώρα.
Έκανε ωστόσο ιδιαίτερη αναφορά στην προσπάθεια που κάνει η ηγεσία του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη να αλλάξει την εικόνα της Αστυνομίας και το αίσθημα ασφάλειας του πολίτη.
Newsroom ΔΟΛ