Τρίτη 13 Απριλίου 2010

Ο Γιάννης Μυρωτής σήμερα στο ΕΣΡ.

http://nikzachariadis.files.wordpress.com/2008/11/esr21.jpg

Ο δημοσιογράφος Γιάννης Μυρωτής προσήλθε σήμερα το μεσημέρι στις 12:00 στο ΕΣΡ και έδωσε εξηγήσεις στην καταγγελία που έγινε σε βάρος του από τον πρώην αντιδήμαρχο Κατερίνης κ. Μιλτιάδη Σπυριδόπουλο. Ο κ. Μυρωτής κατέθεσε σημείωμα με τις απόψεις του και το οποίο έχει όπως πιο κάτω:

ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ

ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Ιωάννη Μυρωτή του Κωνσταντίνου , ραδιοφωνικός παραγωγός κατοίκου Κατερίνης Ν. Πιερίας,.

Σχετικά με την αριθμό πρωτ. 10667/2009 καταγγελία του κ. Μιλτιάδη Σπυριδόπουλου και την αριθμό πρωτ. 243/ΕΣ/24.03.2010 εισήγηση (αριθμός φακέλου 1088/27.11.2009).

Κατερίνη 13-04-2010

-----------------------------

ΘΕΜΑ : Η καταγγελία του Μιλτιάδη Σπυριδόπουλου για υποτιμητικά σχόλια προς το άτομό του αλλά και προς τη λειτουργία της δικαιοσύνης που ακούστηκαν κατά τη διάρκεια της εκπομπής μου με τίτλο «Όλα στη φόρα» , στο ραδιοφωνικό σταθμό «ΣΚΑΙ 92,6» (ΠΡΩΗΝ SUPER FM 92,6) του Ν. Πιερίας στις 13.11.2009.

Επειδή αρνούμαι ότι παραβίασα τις διατάξεις περί προστασίας της προσωπικότητας του καταγγέλλοντα στην παραπάνω εκπομπή μου, αντίθετα η εκπομπή κινήθηκε μέσα στο γενικότερο νομοθετικό πλαίσιο που συνδέει την προστασία της προσωπικότητας του ατόμου, εκτιμώ δε ότι η παρουσίαση του επίμαχου θέματος και το περιεχόμενο των λεγόμενών μου δεν προσέβαλε την προσωπικότητα του καταγγέλλοντος, ούτε δημιούργησε ούτε άφησε να δημιουργηθεί στους ακροατές μια εσφαλμένη εικόνα γι’ αυτόν.

Επειδή, στο άρθρο 14 του Συντάγματος ορίζεται ότι, ο καθ ένας μπορεί να εκφράζεται και να διαδίδει προφορικά, γραπτά και διά του τύπου τους στοχασμούς του τηρώντας τους νόμους του κράτους (παρ. 1), καθώς και ότι ο τύπος είναι ελεύθερος, ενώ η λογοκρισία και κάθε άλλο προληπτικό μέτρο απαγορεύονται (παρ. 2). Με τις διατάξεις του προαναφερθέντος άρθρου 14 καθώς και με τις διατάξεις του άρθρου 10 της Συμβάσεως της Ρώμης της 4.11.1950 για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών κατοχυρώνεται το δικαίωμα του τύπου (δυνάμει δε του άρθρου 15 του Συντάγματος και της ραδιοφωνίας και της τηλεοράσεως) να πληροφορεί το κοινό, προϋπόθεση για την άσκηση του οποίου δικαιώματος αποτελεί η, ωσαύτως κατοχυρωμένη με τις ανωτέρω διατάξεις, ελεύθερη αναζήτηση και συλλογή πληροφοριών, αφ` ετέρου δε, εν όψει και του άρθρου 5 παρ. 1 του Συντάγματος, το δικαίωμα κάθε πολίτη να πληροφορείται και να ενημερώνεται τακτικά και ελεύθερα για κάθε πολιτικό και κοινωνικό εν γένει θέμα που τον ενδιαφέρει, συμπεριλαμβανομένης της δραστηριότητας των κρατικών αρχών και οργάνων, (πρβλ. Σ.τ.Ε. 3880/2002, 9787/1980 και αποφάσεις ΕΔΔΑ της 26.4.1979, Sunday Times, σκ. 66, της 8.7.1986 Lingens σκ. 41-42, της 26.11.1991 Observer και Guardian σκ. 59).

Επειδή, στο μεν άρθρο 2 του Συντάγματος ορίζεται ότι, ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας (παρ. 1), στο δε άρθρο 9 παρ. 1 ότι ιδιωτική και οικογενειακή ζωή του ατόμου είναι απαραβίαστη (εδαφ. β’). Περαιτέρω στο άρθρο 14 του Συντάγματος ορίζεται ότι, ο καθένας μπορεί να εκφράζεται και να διαδίδει προφορικά, γραπτά και διά του τύπου τους στοχασμούς του τηρώντας τους νόμους  του κράτους (παρ. 1), καθώς και ότι ο τύπος είναι ελεύθερος, ενώ η λογοκρισία  και κάθε άλλο προληπτικό μέτρο απαγορεύονται (παρ. 2), στο δε άρθρο 15 του Συντάγματος ορίζεται ότι: «1. Οι προστατευτικές για τον τύπο διατάξεις του προηγουμένου άρθρου δεν εφαρμόζονται στον κινηματογράφο, τη φωτογραφία, τη ραδιοφωνία, την τηλεόραση και κάθε άλλο παρεμφερές μέσο μετάδοσης λόγου ή παράστασης. 2. Η ραδιοφωνία και η τηλεόραση υπάγονται στον άμεσο έλεγχο του Κράτους και έχουν σκοπό την αντικειμενική και με ίσους όρους μετάδοση πληροφοριών και ειδήσεων, καθώς και προϊόντων λόγου και τέχνης. Πρέπει πάντως να εξασφαλίζεται η ποιοτική στάθμη των εκπομπών που επιβάλλει η κοινωνική αποστολή τους και η πολιτιστική ανάπτυξη της Χώρας». Με την δεύτερη παράγραφο του τελευταίου ως άνω άρθρου, η λειτουργία ραδιοτηλεοπτικών σταθμών, αποτελούσα αντικείμενο εντόνου κρατικού ενδιαφέροντος, ανάγεται σε θέμα γενικοτέρου δημοσίου συμφέροντος, το οποίο συνθέτουν οι αναγραφόμενοι στη διάταξη αυτή στόχοι, όπως είναι η αντικειμενική και με ίσους όρους μετάδοση πληροφοριών και ειδήσεων, καθώς και προϊόντων λόγου και τέχνης και η διασφάλιση της ποιοτικής στάθμης των εκπομπών προς την κατεύθυνση της κοινωνικής και πολιτιστικής αναπτύξεως της Χώρας. Εκδήλωση αυτού του ενδιαφέροντος αποτελεί η περιλαμβανόμενη στη διάταξη αυτή ρήτρα ότι η ραδιοφωνία και η τηλεόραση υπάγονται στον άμεσο έλεγχο του Κράτους. Ο έλεγχος αυτός υπερβαίνει, ως προς την έκταση και το περιεχόμενο, την έννοια της κρατικής εποπτείας και επιτρέπει την επέμβαση του Κράτους στη λειτουργία των σταθμών (πβλ. ΣΕ 5040/87 Ολομ., 2544/1999, 554/2003 επταμελής). Εξ άλλου, με τις διατάξεις του προαναφερθέντος άρθρου 14 του Συντάγματος καθώς και με τις διατάξεις του άρθρου 10 της Συμβάσεως της Ρώμης της 14.11.1950 για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών κατοχυρώνεται το δικαίωμα του τύπου (δυνάμει δε του άρθρου 15 του Συντάγματος και της ραδιοφωνίας και της τηλεοράσεως) να πληροφορεί το κοινό, προϋπόθεση για την άσκηση του οποίου δικαιώματος αποτελεί η, ωσαύτως κατοχυρωμένη με τις ανωτέρω διατάξεις, ελεύθερη αναζήτηση και συλλογή πληροφοριών, αφ’ ετέρου δε, εν όψει και του άρθρου 5 παρ. 1 του Συντάγματος, το δικαίωμα κάθε πολίτη να πληροφορείται και να ενημερώνεται τακτικά και ελεύθερα για κάθε πολιτικό και κοινωνικό εν γένει θέμα που τον ενδιαφέρει. Η άσκηση όμως του δικαιώματος αυτού τελεί υπό την επιφύλαξη της τηρήσεως των γενικώς ισχυόντων κανόνων δικαίου της κειμένης νομοθεσίας, όπως συνάγεται από την διατύπωση, τόσο του άρθρου 14 παρ. 1 του Συντάγματος (: «... τηρώντας τους νόμους του Κράτους»). Στους κανόνες δε αυτούς περιλαμβάνονται προδήλως και εκείνοι που αποσκοπούν στην προστασία της προσωπικότητας και του απαραβιάστου του ιδιωτικού βίου (πρβλ. ΣΕ επταμελούς συνθ. 253/2005).
 

====================

Εις τον κατ` εξουσιοδότησιν του άρθρου 3 παρ. 2 του ν. 1866/89 εκδοθέντα Κανονισμόν 1/1991 του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεοράσεως «περί δημοσιογραφικής δεοντολογίας στην Ραδιοτηλεόραση» (αποφ. ΕΣΡ της 20-21/06/91 - φ. 421 τ. Β΄) προβλέπονται τα εξής: «Άρθρο 2. Ελευθερία εκφράσεως. Ο δημοσιογράφος υπερασπίζεται την ελευθερία της εκφράσεως. Έχει το δικαίωμα να μεταδίδει ανεμπόδιστα πληροφορίες και σχόλια για να εξασφαλίσει ενημέρωση της κοινής γνώμης. Άρθρο 3. Ειδήσεις και σχόλια. Ειδήσεις και σχόλια πρέπει να διακρίνονται με τρόπο σαφή. Οι ειδήσεις συλλέγονται, συντάσσονται και παρουσιάζονται με επιδίωξη πληρότητας και αντικειμενικότητας. Δεν παρουσιάζονται υποθέσεις ή πιθανολογήσεις ως γεγονότα. Aρθρο 4. Εριζόμενα ζητήματα. Η ραδιοτηλεόραση αναγνωρίζει και σέβεται εμπράκτως τη διαφορά των απόψεων και υπερασπίζεται την ελευθερία μεταδόσεως διαφορετικών απόψεων. Καταβάλλει εύλογες προσπάθειες για την παρουσίαση και των άλλων πλευρών ή απόψεων, καθόσον χρόνο διαρκεί το ενδιαφέρον του κοινού. Άρθρο 5. Δυσμενείς διακρίσεις . . . Άρθρο 6. Ανακρίβεια και παραπλάνηση. Δεν αναφέρεται ανακρίβεια, ούτε μεταδίδονται παραπλανητικές δηλώσεις. Οποιαδήποτε ανακρίβεια ή παραπλανητική δήλωση διορθώνεται αμελλητί στο πλαίσιο της ίδιας ή παρόμοιας εκπομπής. Άρθρο 7. Ιδιωτική ζωή. Η ιδιωτική ζωή είναι σεβαστή. Ο έλεγχος της ιδιωτικής ζωής, όπως και η μετάδοση πληροφοριών ή εικόνων από αυτήν, επιτρέπεται μόνον όταν επιβάλλεται για λόγους δημοσίου συμφέροντος, που υπερβαίνει στη συγκεκριμένη περίπτωση το συμφέρον σεβασμού της ιδιωτικής ζωής.».

3 7451/2006 ΕΦ ΑΘ (427200)

(ΔΕΕ 2007/578)

Το δικαίωμα της ελευθεροτυπίας περιλαμβάνει, αφενός μεν το δικαίωμα του τύπου να πληροφορεί το κοινό, που εκδηλώνεται ως ελεύθερη έκφραση στοχασμών, ως αδέσμευτη ειδησεογραφία και ως έντονη άσκηση κριτικής και ελέγχου των δημόσιων προσώπων και πραγμάτων, αφετέρου δε, ενόψει και του άρθρου 5 παρ. 1 του Σ, το δικαίωμα κάθε πολίτη να πληροφορείται, ήτοι να ενημερώνεται τακτικά και ελεύθερα για κάθε πολιτικό ή κοινωνικό ή άλλο θέμα εν γένει που τον ενδιαφέρει (Βλ. ΣτΕ 3880/2002 ΝοΒ 2003,1987, ΑΠ 788/2000 ΕλΔ 42,162, Εφθεσ 1730/2003 Αρμ 2004,1398, ΕφΑΘ 9975/1986 ΕλΔ 28,299 με σημ. Κρουσταλάκη).
Ωστόσο, στο πλαίσιο του άρθρου 25 παρ. 3 του Σ αλλά και του άρθρου 281 του ΑΚ, το δικαίωμα της ελευθεροτυπίας, όπως και της ελεύθερης δημοσιογραφίας, υπόκειται στους περιορισμούς των νόμων, με τους οποίους, χωρίς να επιδιώκεται να παρεμποδιστεί η ελευθεροτυπία και η άρρηκτα συνδεόμενη με αυτήν ελεύθερη δημοσιογραφία, σκοπείται να προστατεύονται τα άτομα, τα νομικά πρόσωπα και γενικότερα το κοινωνικό σύνολο από την καταχρηστική άσκηση του συνταγματικού αυτού δικαιώματος. Ειδικότερα, σε περίπτωση δημοσιευμάτων που αφορούν την τιμή ενός προσώπου, εάν ο ισχυρισμός είναι αναληθής, δεν υπάρχει πεδίο εφαρμογής της ελευθερίας εκφράσεως και δεν τίθεται ως εκ τούτου θέμα αντικειμενικής συγκρούσεως συμφερόντων, θέμα μόνο τίθεται από υποκειμενική πλευρά, αν τον αναληθή ισχυρισμό αγνοεί ο συντάκτης του δημοσιεύματος (Βλ. Καράκωστα, ό.π., σελ. 200, ΑΠ 1267/2003 ΕλΔ 42,488, ΕφΔωδ 98/2002 Αρμ 2003,187, ΕφΑΘ 5593/2001 Αρμ 2002,201).
                                                                    
Εκ παραλλήλου, το άρθρο 10 της Συμβάσεως της Ρώμης της 4.11.1950 για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών (ΕΣΔΑ), που κυρώθηκε με τον Ν 2329/1953 και το ΝΔ 53/1974, καθιερώνει την ελευθερία της γνώμης και της μεταδόσεως πληροφοριών ή ιδεών (παρ. 1) και προβλέπει τη δυνατότητα περιορισμού της ελευθερίας του τύπου, ορίζοντας ότι η άσκηση του δικαιώματος της ελεύθερης εκφράσεως συνεπάγεται καθήκοντα και ευθύνες και μπορεί να υπαχθεί σε περιορισμούς, που προβλέπονται από τον νόμο και αποτελούν αναγκαία μέτρα σε μια δημοκρατική κοινωνία για την εθνική ασφάλεια, τη δημόσια τάξη, την προστασία της υπολήψεως και των δικαιωμάτων τρίτων και την παρεμπόδιση της κοινολογήσεως εμπιστευτικών πληροφοριών ή για την εξασφάλιση του κύρους ή της αμεροληψίας της δικαστικής εξουσίας (παρ. 2).
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) ερμηνεύοντας τη διάταξη του άρθρου 10 της ως άνω συμβάσεως έχει αποδεχθεί ότι ισχύουν ως προς αυτό, μεταξύ των άλλων, οι ακόλουθες θεμελιώδεις αρχές (σχετικά με τα δικαιώματα και τους περιορισμούς τους):
                   
i. Η ελευθερία εκφράσεως αποτελεί ένα από τα ουσιώδη θεμέλια μιας δημοκρατικής κοινωνίας και έναν από τους βασικούς όρους της προόδου και της προκοπής κάθε ατόμου.
 
ii. Η δημοσιογραφική ελευθερία και το δικαίωμα των δημοσιογράφων να δημοσιοποιούν πληροφορίες γενικού ενδιαφέροντος προστατεύεται, υπό τον όρο όμως ότι ενεργούν από καλή πίστη, επί τη βάσει αληθών γεγονότων, παρέχουν δε αξιόπιστες και ακριβείς πληροφορίες στο πλαίσιο σεβασμού της δημοσιογραφικής δεοντολογίας. Περαιτέρω, το άρθρο 10 παρ. 2 υπογραμμίζει ότι η άσκηση της ελευθερίας εκφράσεως υπόκειται σε διατυπώσεις, όρους, περιορισμούς και κυρώσεις, που πρέπει όμως να ερμηνεύονται συσταλτικά, η αναγκαιότητα των οποίων πρέπει να αποδεικνύεται κατά τρόπο πειστικό. Τα καθήκοντα και οι ευθύνες που απορρέουν από την παρ. 2 εφαρμόζονται και στα μέσα ενημερώσεως, μη επιτρέποντας στον τύπο να υπερβεί ορισμένα όρια, ιδίως όταν διακινδυνεύεται να προσβληθεί η τιμή ενός προσώπου (βλ. απόφαση ΕΔ-ΔΑ της 25 Απριλίου 2006, υπόθεση Stoll/Ελβετίας, σκεψ. 43, απόφαση ΕΔΔΑ της 25 Νοεμβρίου 2005, υπόθεση Urbino Rodrigues/Πορτογαλία, σκεψ. 25, απόφαση ΕΔΔΑ της 16 Νοεμβρίου 2004, υπόθεση SeListo/Φιλανδία, σκεψ. 46, 47, 48 και 54, Συμβούλιο της Ευρώπης, δικτυακός τόπος http://www.coe.int./CourdesDroitsdel-Homme/ jurisprudence).
 
Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 367 παρ. 1 περ. α-δ` ΠΚ, που έχει εφαρμογή -για την ενότητα της έννομης τάξεως- και στο ιδιωτικό δίκαιο (βλ. ΕφΔωδ 165/2004 Ηλεκτρονική Συλλογή Νομολογίας ΝΟΜΟΣ) προκύπτει ότι το άδικο των προβλεπόμενων στα άρθρα 361 εη. του ίδιου Κώδικα πράξεων αίρεται, μεταξύ άλλων περιπτώσεων που προβλέπονται στο άρθρο αυτό, όταν πρόκειται για εκδηλώσεις που γίνονται προς εκτέλεση νόμιμων καθηκόντων, την άσκηση νόμιμης εξουσίας ή τη διαφύλαξη (προστασία) δικαιώματος ή από άλλο δικαιολογημένο ενδιαφέρον ή σε ανάλογες περιπτώσεις. Επομένως, αιρομένου του άδικου χαρακτήρα των προαναφερθεισών πράξεων (με την επιφύλαξη του άρθρου 367 παρ. 2 ΠΚ), αποκλείεται και το στοιχείο του παρανόμου της επιζήμιας συμπεριφοράς ως όρου της αντίστοιχης αδικοπραξίας του αστικού δικαίου. Ετσι, η προβολή περιπτώσεως του άρθρου 367 παρ. 1 αποτελεί αυτοτελή ισχυρισμό καταλυτικό της αγωγής του προσβληθέντος από δημοσίευμα εφημερίδας προσώπου (ένσταση) λόγω άρσεως του παρανόμου της προσβολής. Δικαιολογημένο ενδιαφέρον έχουν και τα πρόσωπα, που συνδέονται με τη λειτουργία του τύπου και κατά κύριο λόγο οι δημοσιογράφοι, για τη δημοσίευση ειδήσεων και σχολίων σχετικών με τις πράξεις και τη συμπεριφορά προσώπων, που παρουσιάζουν ενδιαφέρον για το κοινωνικό σύνολο, αφού καθήκον τους είναι να ελέγχουν και να επικρίνουν τις πράξεις εκείνων, που ασκούν έργο δημόσιου ενδιαφέροντος.
 
Το καθήκον όμως της αλήθειας και η υποχρέωση σεβασμού της προσωπικότητας επιβάλλει να προηγηθεί του δημοσιεύματος ο έλεγχος της ακρίβειας των πληροφοριών και των ειδήσεων, ώστε το περιεχόμενο του να συμπίπτει με την πραγματικότητα και να μην παραδίδονται σε δημόσια ανυποληψία πρόσωπα που αμέσως συνδέονται με ανακριβή γεγονότα, των οποίων δεν φρόντισε προηγουμένως να ελέγξει την αλήθεια ο συντάκτης του δημοσιεύματος, διότι τότε συντρέχει το στοιχείο της υπαιτιότητας. Παρέπεται ότι τα ανωτέρω συνδεόμενα με τον τύπο πρόσωπα μπορούν να προβαίνουν σε αντίστοιχη δημοσίευση για πληροφόρηση, ενημέρωση και κατατόπιση του κοινού ακόμη και με οξεία κριτική ή δυσμενείς χαρακτηρισμούς εις βάρος των ως άνω προσώπων ή ομάδων. Ωστόσο, ο άδικος χαρακτήρας του δημοσιεύματος, ως προς τις εξυβριστικές ή δυσφημιστικές εκφράσεις που περιέχει, δεν αίρεται λόγω δικαιολογημένου ενδιαφέροντος κλπ. και συνεπώς παραμένει η ποινική ευθύνη των κατά νόμο υπευθύνων, άρα και η υποχρέωση τους προς αποζημίωση κατά το αστικό δίκαιο, όταν συντρέχει μια από τις περιπτώσεις του άρθρου 367 παρ. 2 ΠΚ, δηλαδή όταν οι επίμαχες κρίσεις περιέχουν τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος της συκοφαντικής δυσφημήσεως των άρθρων 362-363 ΠΚ ή όταν από τον τρόπο εκδηλώσεως, ή από τις περιστάσεις υπό τις οποίες τελέσθηκε η πράξη, προκύπτει σκοπός εξυβρίσεως, δηλαδή πρόθεση που κατευθύνεται ειδικώς σε προσβολή της τιμής άλλου, με αμφισβήτηση της ηθικής ή κοινωνικής αξίας του προσώπου του ή με ονειδισμό, καταφρόνηση ή περιφρόνηση αυτού. Ειδικός σκοπός εξυβρίσεως κατά την πιο πάνω έννοια συντρέχει, όταν ο τρόπος εκδηλώσεως της προσβλητικής συμπεριφοράς δεν ήταν αντικειμενικά αναγκαίος για την απόδοση της σκέψεως εκείνου που φέρεται ότι ενεργεί από δικαιολογημένο ενδιαφέρον, αλλά χρησιμοποιήθηκε για να προσβάλει την τιμή του άλλου (Βλ. ΑΠ 1395/2005 Ηλεκτρονική Συλλογή Νομολογίας ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 825/2002 ΕλΔ 44,988, ΕφΠειρ 1145/2004 ΠειρΝομ 2005,22, ΕφΑΘ 769/1999 Αρμ 1999,932).
 

Καταρχήν είναι ζωτικής σημασίας η προστασία της ελευθερίας της έκφρασης ιδίως εάν αναλογιστούμε το ρόλο του Τύπου για την αποκάλυψη αξιόμεμπτων καταστάσεων, σκανδάλων και ατασθαλιών στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή. Το δικαιολογημένο συμφέρον της ολότητας για πληροφόρηση υπηρετείται κατεξοχήν μέσω του τύπου. Το συμφέρον της ολότητας επιβάλει το δημοσιογραφικό έλεγχο, ακόμη και όταν υπάρχει απλή «οσμή» σκανδάλου, έστω και αν αυτό καταρχήν δεν μπορεί να αποδειχθεί. Ο δημοσιογράφος δεν είναι δικαστής που θα εκδώσει απόφαση βάσει αποδείξεων. Η αρχικά άδικη συμπεριφορά του μπορεί να δικαιολογηθεί μέσα στα πλαίσια του άρθρου 367ΠΚ, ακόμη και εάν οι ισχυρισμοί του αποδειχθούν αναληθείς.

Όσον αφορά στον ορισμό του εννόμου αγαθού της Τιμής το αφηρημένο περιεχόμενό της και ο έντονος κοινωνικός της χαρακτήρας καθιστούν την εννοιολογική της προσέγγιση υπόθεση δυσχερή. Ειδικά όπου υπεισέρχεται έντονα το υποκειμενικό στοιχείο η έννοια της Τιμής ως προστατευτέα ή προσβλητέα έννοια μπορεί να είναι δικαιολογημένη η αδικαιολόγητη αντίστοιχα. Έτσι έχουμε ανθρώπους που έχουν μεγάλη έννοια για τον εαυτό τους, ενώ άλλοι είναι υπερευαίσθητοι(Βλ. Σπινέλλη εγκλήματα κατά της τιμής σελ. 14-15).

Σε περίπτωση στάθμισης (έννομων)συμφερόντων θα πρέπει να προτιμηθεί το συμφέρον που στις δεδομένες συνθήκες κριθεί υπέρτερο. Τούτο θα κριθεί «in concreto» και θα συνεκτιμηθούν κατά περίπτωση όλοι οι ειδικότεροι όροι που προσδιορίζουν τα αντικρουόμενα συμφέροντα στη συγκεκριμένη περίπτωση. Μεταξύ άλλων θα πρέπει να εκτιμηθεί το ενδιαφέρον της Κοινής Γνώμης για τη συγκεκριμένη υπόθεση, η αλήθεια των γεγονότων, το συμφέρον των πολιτών για ενημέρωση της λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης και αναζήτησης κρουσμάτων διαφθοράς. Το «κρούσμα διαφθοράς» με μία γενική έννοια, αποτελεί παρόντα «κίνδυνο» για τη δημόσια ζωή.

Έχει κριθεί ότι επιτρέπεται το οξύ ύφος όχι μέχρι του σημείου του εμπαιγμού και της εξύβρισης(ΑΠ 137/1985 Ποιν.Χρ. 1985, σελ. 676, ΑΠ 1147/1998 Υπερ. 1999, σελ. 1142κ.λ.π). Έτσι έχουν κριθεί ως ταπεινωτικές και εξυβριστικές οι εξής εκφράσεις(ΑΠ 1407/1988 ΝοΒ 1989, σελ. 1207 επ.) «απόβρασμα της Κοινωνίας», «μεταξοσκώληκας της πολιτικής», «ο ελέω…… πολιτικός της δεκάρας». Η κριτική από δημοσιογράφο ενέχει από τη φύση της το στοιχείο της υπερβολής και δύσκολα μπορεί να συγκινήσει και να αφυπνίσει την Κοινή Γνώμη, αν είναι «ξερή» και ασκείται «μόνον δια της ευθείας οδού» και όχι «δια της ελαφράς ειρωνίας και του λεπτού σκώμματος»( Έτσι με εξαιρετική ευθυκρισία η εισαγγελική πρόταση σε ΣυμβΠλημΚαβαλ 147/1994, Υπερ 1995, σελ. 996).

Η χρησιμοποίηση κάποια υπερβολής στην οξύτητα του ύφους ή και οι λαϊκισμοί στο ύφος είναι πολλές φορές απαραίτητη, προκειμένου πέρα από απλή ενημέρωση, να επιτευχθεί η εγρήγορση της Κοινής Γνώμης σχετικά με ένα ζήτημα συλλογικού ενδιαφέροντος, που μπορεί να αποδειχθεί και «φλέγον».

Στην στάθμιση των συμφερόντων για να διακριβωθεί εάν υπάρχει προσβολή ερευνάται το ακριβές περιεχόμενο της «προσβλητικής» εκδήλωσης και η βαρύτητα της.

Ειδικά για τις περιπτώσεις που ασκείται κριτική σε πρόσωπα δημοσίου βίου και της πολιτικής το ενδιαφέρον του κοινού για πληροφόρηση είναι εύλογα αυξημένο. Εδώ το συμφέρον των πολιτών για ενημέρωση ξεφεύγει κατά πολύ από την επιθυμία ικανοποίησης της απλής περιέργειας. Ειδικά κατά την άσκηση της κριτικής σε παράγοντες της πολιτικής ζωής δικαιολογείται η χρήση οξύτατων χαρακτηρισμών και δηκτικών χαρακτηρισμών αλλά και η διατύπωση υπονοιών με μεγαλύτερη ευκολία ( δηλαδή ουσιαστικά με βάση λιγότερες ενδείξεις απ΄ότι συνήθως). Όλοι έχουμε δει ανταλλαγή διαξιφισμών στην πολιτική με έντονους χαρακτηρισμούς .

Δεδομένων των ανωτέρω όσον αφορά στην ποινική υπόθεση του καταγγέλλοντος έγινε απλή παρουσίασή της με γενικόλογη αναφορά χωρίς παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας κανενός.

Επίσης ο γράφων ειδικά μνημονεύει το όργανό σας σχετικά με φράσεις που αντικειμενικά θα πρόσβαλαν και θα εξύβριζαν τον καταγγέλλοντα Βλ. επί λέξει αναφορά μου «Αχ, δε θα τα διαβάσω αυτά , θα με συγχωρήσετε, μπορεί να είναι η εκπομπή «Όλα στη φόρα», αλλά το ραδιόφωνο είναι στο ΕΣΡ και άμα τα διαβάσω πάει το ραδιόφωνο…. Θα μου επιτρέψετε να μην διαβάσω τις φράσεις….».

Ο καταγγέλλων με καταγγέλλει για τη λειτουργία της Δικαιοσύνης, ενώ εγώ στηλίτευσα την γνωστή σε όλους καθυστέρηση των δικών ειδικά στα Δικαστήρια της Κατερίνης, με αναβολές άνω του έτους σε Ποινικές και Αστικές Υποθέσεις.

Με κατηγορεί για το ύφος του λόγου μου, για ειρωνεία, αλλά η υπερβολικότητα του ύφους συγχωρείται στους πολιτικούς. Δεν αναφέρει ουδέν για την ουσία της υπόθεσης προκειμένου να γίνει στάθμιση συμφερόντων. Ας πούμε η σύσταση, η λειτουργία, τα οικονομικά και το έργο της Κατασκευαστικής του Δήμου και ο τρόπος επιλογής του καταγγέλλοντος ως προέδρου. Ουδεμία απάντηση περί αυτών.

Ο ίδιος αναφέρει ότι τα υπονοούμενά μου αγγίζουν τα όρια της νομοθεσίας περί συκοφάντησης, χωρίς όμως να εξειδικεύει σε τι συνίσταται αυτή; Άλλωστε δεν έχει καταθέσει μήνυση εναντίον μου ούτε για απλή εξύβριση. Σε κανένα σημείο δεν αναφέρει εάν υπήρξαν ψευδείς αναφορές σε βάρος του κατά την παρουσίαση του θέματος. Δυστυχώς ο καταγγέλλων αποδεικνύεται υπερευαίσθητος άνθρωπος σε έναν τόσο νευραλγικό χώρο όσο αυτός της πολιτικής. Ενδιαφέρει η διαφάνεια, ενδιαφέρει το ξεκαθάρισμα της πολιτικής και των πολιτικών. Θα έπρεπε ο καταγγέλλων να εκλάβει ως ευκαιρία τις αναφορές στην εκπομπή μου για τη θέση του ως προέδρου της Κατασκευαστικής και να παρουσιάσει στην Κοινή Γνώμη όλες τις πτυχές και να διασκεδάσει κάθε «οσμή σκανδάλου» . Είναι πολύ έντονο το περί δικαίου αίσθημα των πολιτών στη Χώρα μας αυτήν την περίοδο, και μεγάλη η ευθύνη των πολιτικών και στην Τοπική Αυτοδιοίκηση για φαινόμενα διαφθοράς, και γι΄αυτό η οξεία και επιθετική, ακόμη και με ειρωνεία, κριτική θα πρέπει να μην παρεξηγείται και να αξιοποιείται. Εν προκειμένω δεν υπήρξε παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας επ ουδενί αλλά απλή παρουσίαση.

Για τους πιο πάνω λόγους πρέπει να γίνουν δεκτά τα επιχειρήματά μου και να απορριφθούν οι ισχυρισμοί του καταγγέλλοντα.

Ο Πληρεξούσιος Δικηγόρος

Νίκος Ηλία Παπανικολάου

Σολωμού 10, Κατερίνη

Τηλ. 2351028244