Θ. Παπαγεωργίου:
«Απαραίτητο το πλαίσιο και οι κανόνες για την χρηματοπιστωτική σταθερότητα»
Ομιλία στην ολομέλεια της Βουλής και συγκεκριμένες προτάσεις του Βουλευτή ΠΑΣΟΚ Πιερίας κ. Θ. Παπαγεωργίου για την βελτίωση του νομοσχεδίου του Υπ Οικονομικών «Περί ιδρύσεως Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας»
Την αναγκαιότητα εφαρμογής κανόνων και πλαισίων λειτουργίας στην τοποθέτηση κεφαλαίων και στην ανάληψη κινδύνων από τις τράπεζες, επεσήμανε ο Βουλευτής ΠΑΣΟΚ Ν. Πιερίας κ. Θανάσης Παπαγεωργίου, στην ομιλία του κατά τη συζήτηση στην ολομέλεια της Βουλής, του νομοσχεδίου του Υπουργείου Οικονομικών «Περί Ιδρύσεως Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας». Κατέθεσε επίσης συγκεκριμένες προτάσεις για την διατύπωση και το περιεχόμενο άρθρων του νομοσχεδίου.
Όπως είπε ο κ. Παπαγεωργίου είναι αναμφισβήτητο ότι την περασμένη δεκαετία των μεγάλων και θεαματικών ρυθμών ανάπτυξης του ΑΕΠ, του παραγόμενου πλούτου, το τραπεζικό σύστημα και οι τράπεζες συνέβαλαν τα μέγιστα. Αποτέλεσαν τη λοκομοτίβα ανάπτυξης, υποστήριξαν μεγάλα δημόσια και ιδιωτικά επενδυτικά σχέδια. Ήταν το καρδιαγγειακό σύστημα στη μεγάλη και θεαματική ανάπτυξη, που έζησε η χώρα μας.
Οι ίδιες οι τράπεζες αναπτύχθηκαν θεαματικά, επεκτάθηκαν στο εξωτερικό, είχαν επιδόσεις στην κερδοφορία. Στον αντίποδα όμως είχαν πολλά ελλείμματα, υπήρχαν και πολλά προβλήματα. Από το 1992 -93 και μετά, το τραπεζικό σύστημα απελευθερώθηκε και οδηγήθηκε σε υπερβολές. Οδηγήθηκε σε υπερδανεισμούς, σε ανάληψη πολύ υψηλών ρίσκων. Ένα παράδειγμα είναι οι επενδύσεις στα καταναλωτικά δάνεια ή τις κάρτες. Είναι η τοποθέτηση κεφαλαίων σε δομημένα ομόλογα οι τοποθετήσεις κεφαλαίων των τραπεζών σε υψηλού κινδύνου προϊόντα.
Ο κ. Παπαγεωργίου τόνισε πως είναι απαραίτητο «να μην ξεχάσουμε ποτέ στο μέλλον ότι αυτή η κρίση που βιώνει η χώρα μας και το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα ξεκίνησε από τις τράπεζες. Ξεκίνησε από τις υπερβολές των τραπεζών» και πως «τώρα, είναι η ώρα να συζητήσουμε το πλαίσιο και τους κανόνες που θα πρέπει να κυριαρχήσουν το επόμενο χρονικό διάστημα, για να μη ζήσουμε τη μεγαλύτερη, την τέταρτη μεγάλη κρίση. Είναι ώρα να συζητήσει το παγκόσμιο σύστημα και η χώρα μας, για κανόνες και πλαίσιο, που καταργήθηκαν εξαιτίας της κυριαρχίας μιας ιδεολογίας, που έλεγε «αφήστε τις δυνάμεις της αγοράς να λειτουργήσουν ελεύθερα».
Το νομοσχέδιο νομίζω ότι είναι σωστό, διότι δίνει τη δυνατότητα στις τράπεζες να αυξήσουν το μετοχικό κεφάλαιο, να αυξήσουν τα εποπτικά κεφάλαια, να αυξήσουν γενικότερα τους δείκτες φερεγγυότητας».
Κλείνοντας την ομιλία του στην συζήτηση επί του συνόλου του νομοσχεδίου ο κ. Παπαγεωργίου επεσήμανε πως:
«Την κρίση τη βιώσαμε εξαιτίας της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Η κρίση μεταφέρθηκε στην πραγματική οικονομία. Οι τραπεζίτες δεν διακρίνονται για τις πολύ μεγάλες προβλέψεις για το μέλλον. Η κρίση δεν αντιμετωπίζεται από τις τράπεζες και δεν βοηθούν την πραγματική οικονομία. Πήγαν τα επιτόκια 11% και 12% για να μη χρηματοδοτηθεί κανένας, να μη δώσουν λεφτά. Η αγορά και η πραγματική οικονομία πνίγεται. Έχουμε πρόβλημα στην οικονομία.
Γιατί το κάνουν; Γιατί φοβούνται. Δεν παίρνουν ρίσκο. Δεν αντιλαμβάνονται οι τραπεζίτες ότι το τραπεζικό σύστημα ήταν αυτό που δημιούργησε την κρίση στην πραγματική οικονομία. Τώρα, όμως, η πραγματική οικονομία θα εκδικηθεί και θα ξαναγυρίσει η κρίση πάλι στις τράπεζες, αν αυτές δεν στηρίξουν την πραγματική οικονομία.
Τώρα είναι ευκαιρία να τους ειπωθεί ότι δεν μπορεί να είναι τόσο επιφυλακτικοί σε υγιή επενδυτικά σχέδια. Αντιλαμβανόμαστε την επιφυλακτικότητα, αλλά δεν μπορεί το κράτος να τους στηρίζει, να τους βοηθάει και αυτοί να κάνουν ότι δεν καταλαβαίνουν και να περιμένουν και πάλι το κράτος να τους βοηθήσει, χωρίς να πάρουν κανένα ρίσκο.
Είναι η ντιρεκτίβα των συγχωνεύσεων και των ενοποιήσεων, είναι όμως και άλλα, τα οποία πρέπει να δει το κράτος και οι ενεργοί πολιτικοί, γιατί αλλιώς θα αργήσουμε να μπούμε σε ανάκαμψη και γύρισμα της οικονομίας, αν το τραπεζικό σύστημα δεν στηρίξει τη νέα περίοδο, η οποία θα ξεκινήσει, όπου να είναι, αφού πήραμε τα επώδυνα αυτά μέτρα που εξυγίαναν τα δημοσιονομικά».
Οι προτάσεις του κ. Παπαγεωργίου – Το κρίσιμο άρθρο 6
Στη δεύτερη ομιλία του στη συζήτηση κατ’ άρθρον του νομοσχεδίου του Υπουργείου Οικονομικών ««Περί ιδρύσεως Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας» ο κ. Παπαγεωργίου επεσήμανε παραλείψεις και διατύπωσε συγκεκριμένες προτάσεις για την συμπλήρωση άρθρων του νομοσχεδίου.
Συγκεκριμένα επισημαίνοντας πως ελλοχεύει κίνδυνος στο άρθρο 6 είπε:
«Εάν μια τράπεζα υπαχθεί στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας μετά το stress test και μετά από εισήγηση της Τράπεζας της Ελλάδος υπάρχει ο εξής φοβερός κίνδυνος: Η τράπεζα αυτή να περιπέσει στον ανταγωνισμό, να θεωρηθεί ως τράπεζα τρωτή, να κλονιστεί η καταθετική της βάση. Διότι η ισχυρή βάση των τραπεζών είναι οι καταθέσεις. Και επειδή διαχειρίζονται ένα πάρα πολύ ευαίσθητο κεφάλαιο, είναι δυνατόν να πέσουν στη λεία του ανταγωνισμού και να τους δημιουργηθούν τρομακτικά προβλήματα. Δηλαδή, να περιφέρονται διάφοροι ανά την Ελλάδα και ιδιαίτερα για τις κρατικές τράπεζες, οι οποίες ζητούν τη συμμετοχή και την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου από το κράτος, το οποίο σε αυτές τις συνθήκες δημοσιονομικής στενότητας δεν μπορεί να συμβάλει στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου και έτσι σε αυτές τις τράπεζες να κινδυνεύσει να κλονιστεί η καταθετική τους βάση και η υπόστασή τους.
Λέω, λοιπόν, ότι θα πρέπει να έχετε μια διαφορετική προσέγγιση στο άρθρο 6, να χωρίσετε τη διαδικασία υπαγωγής σε δύο στάδια, σε δύο φάσεις.
Η πρώτη φάση, να προβλέπει εθελοντική προσφυγή της τράπεζας από τη δημοσίευση και εντός τριμήνου. Φυσικά αφ’ ης στιγμής καταθέτει ένα επιχειρηματικό σχέδιο, ένα business plan, καταθέτει πρόγραμμα εξυγίανσης, να ζητήσει τότε την υπαγωγή του, για να ενισχύσει την κεφαλαιακή επάρκεια και να μην κλονιστεί.
Πιστεύω ότι οι δύο φάσεις είναι απαραίτητες. Να δώσετε περιθώριο να υπαχθούν από μόνες τους. Επαναλαμβάνω ότι στο άρθρο 6 περιγράφεται αναλυτικά το πώς γίνεται, μετά από εισήγηση, μετά από test κ.λπ. Λέω, λοιπόν, να μπορεί στο πρώτο τρίμηνο να πάει μόνη της μια τράπεζα, με δική της αίτηση. Περιγράψτε το εναργέστερα, για να μην έχουμε προβλήματα»
Στη συνέχεια της ομιλίας του ο κ. Παπαγεωργίου πρότεινε να μην υπάρχει περιορισμός στον ορισμό μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, να μην είναι μόνο ελεγκτές και να έχει το δικαίωμα η πολιτεία να προτείνει ένα μέλος και να ζητηθεί η γνώμη της Τράπεζας της Ελλάδος, αντί να υποχρεούται να δέχεται αυτόματα την άποψη της Τράπεζας της Ελλάδος.
Επίσης έθεσε ερωτήματα και ζήτησε διευκρινήσεις για καλύτερη διατύπωση για το πώς ορίζεται η τιμή εξαγοράς των προνομιούχων κατά τη λήψη της απόφασης, πρότεινε να ισχύει η μερική αγορά των προνομιούχων καθώς και να διαφέρει η τιμή μετατροπής των προνομιούχων από την τιμή διάθεσης (άρθρα 8 και 9 του νομοσχεδίου)
Τέλος αναφερόμενος ο κ. Παπαγεωργίου, στην θετική εξέλιξη της αγοράς των ομολόγων του ελληνικού δημοσίου (Τρίτη 13 Ιουλίου) η οποία δείχνει ότι η οικονομία μας αρχίζει να έχει τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης έκλεισε την ομιλία του λέγοντας:
«Τι μας έλεγαν οι καταστροφολόγοι; Μας έλεγαν ότι θα είναι 5% η μείωση του ΑΕΠ και τώρα άλλοι μιλούν για 2,5% έως 3%, που είναι μεν μείωση, είναι μία αρνητική εξέλιξη, αλλά δεν είναι καταστροφική εξέλιξη. Έλεγαν κάποιοι ότι του χρόνου θα είναι 1,8% η μείωση του ΑΕΠ και υπάρχουν τώρα κάποιοι αναλυτές που λένε ότι μπορεί να είναι διαφορετική, μπορεί να είναι θετικό το πρόσημο. Και φυσικά το 2011 τα πράγματα μπορεί να είναι πολύ πιο θεαματικά.
Υπάρχουν, λοιπόν, σημάδια αποκατάστασης της αξιοπιστίας της χώρας. Υπάρχουν πρώιμα, μικρά σημάδια ανάκαμψης. Και αν η Κυβέρνηση -όπως νομίζω σχεδιάζει- ρίξει το βάρος στον αναπτυξιακό νόμο, στα αναπτυξιακά μέτρα, στην αναπτυξιακή κατεύθυνση, στις μεγάλες αλλαγές που αφορούν τις αγκυλώσεις και τις αγορές, το επόμενο χρονικό διάστημα τα πράγματα θα είναι πιο αισιόδοξα, γιατί πάνω από όλα οι Έλληνες πολίτες θέλουν πια όραμα, θέλουν χρόνο εξόδου, θέλουν προοπτική και ελπίδα. Αυτό είναι που έχει χαθεί.
Και επειδή η ψυχολογία είναι πολύ κρίσιμο μέγεθος στην αγορά και την οικονομία, θετική ή αρνητική, πρέπει, επιτέλους, σε αυτήν τη χώρα να φύγουμε από αυτήν τη μιζέρια, από αυτήν την καταχνιά, από αυτήν την αρνητική διάθεση των επενδυτών και των ανθρώπων, οι οποίοι δεν αγοράζουν, δεν επενδύουν, δεν καταναλώνουν και αυτό δημιουργεί το φαύλο κύκλο στην οικονομία».