Για πρώτη φορά οι επιστήμονες ανακάλυψαν νευρικά κύτταρα, που είναι αποκλειστικά υπεύθυνα για τη φαγούρα, μια ανακάλυψη που μπορεί να οδηγήσει μελλοντικά σε καλύτερες θεραπείες ιδίως για την χρόνια φαγούρα.
Η ανακάλυψη έγινε από Αμερικανούς ερευνητές της Σχολής Ιατρικής του πανεπιστημίου Ουάσιγκτον στο Σεν Λιούις, υπό το νευροεπιστήμονα Ζου-Φενγκ Τσεν, και Κινέζους συναδέλφους τους του πανεπιστημιακού νοσοκομείου του Πεκίνου και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Science.
Η ανακάλυψη βασίστηκε σε εργαστηριακά πειράματα σε ποντίκια, που έδειξαν ότι αυτά διαθέτουν ένα «κύκλωμα» νευρικών κυττάρων, τα οποία μεταδίδουν αποκλειστικά το αίσθημα της φαγούρας, κάτι που καταρρίπτει την κυρίαρχη μέχρι σήμερα αντίληψη ότι η φαγούρα δεν είναι παρά μια ήπια μορφή πόνου και ότι μεταδίδεται μέσα από τα ίδια νευρικά κυκλώματα που μεταδίδεται και ο πόνος.
Αν και κανένας φυσιολογικός άνθρωπος δεν θα μπορούσε να μπερδέψει το τσίμπημα ενός κουνουπιού με αυτό μιας σφήκας, παρόλα αυτά μέχρι σήμερα οι περισσότεροι επιστήμονες δεν μπορούσαν να καταλάβουν πώς το σώμα ξεχωρίζει τα δύο αυτά αισθήματα και έτειναν να πιστεύουν ότι τα δύο αυτά ξεχωριστά αισθήματα μεταδίδονται μέσω των ίδιων νευρικών (νευρωνικών) «οδών». Έτσι, συχνά οι γιατροί δίνουν φάρμακα για τον πόνο στους ασθενείς με χρόνια φαγούρα.
Οι ερευνητές τόνισαν ότι «το εύρημά τους έχει πολύ σημαντικές θεραπευτικές συνέπειες», καθώς για πρώτη φορά διαπιστώθηκε καθαρά ότι το αίσθημα της φαγούρας μεταδίδεται από ξεχωριστούς νευρώνες, διαφορετικούς από αυτούς του πόνου, συνεπώς τα «κύτταρα της φαγούρας» διαθέτουν δικούς τους ειδικούς υποδοχείς-μόρια, που στο μέλλον μπορούν να αποτελέσουν τους «στόχους» για τη θεραπεία ή έστω την μετρίαση της χρόνιας φαγούρας, η οποία ταλαιπωρεί πολλούς ανθρώπους σε όλο τον κόσμο.
Πάνω από 50 ασθένειες, όπως το έκζεμα, η ψωρίαση, οι αλλεργίες, ο έρπης, το AIDS, οι μολύνσεις κ.α., μπορούν να προκαλέσουν χρόνια φαγούρα και οι υπάρχουσες διαθέσιμες θεραπείες είναι συχνά μόνο εν μέρει αποτελεσματικές. Υπάρχουν δύο βασικά είδη φαγούρας, αυτή που προκαλείται από το τσίμπημα εντόμων ή από αλλεργικές αντιδράσεις και συνδέεται με την παρουσία της χημικής ουσίας ισταμίνη (γι' αυτό χορηγούνται αντισταμινικά φάρμακα) και η πιο χρόνια φαγούρα που δεν έχει σχέση με το επίπεδο της ισταμίνης, γι' αυτό και δεν ανταποκρίνεται στην χορήγηση αντισταμινικών φαρμάκων.
Το 2007 οι ίδιοι επιστήμονες είχαν εντοπίσει το πρώτο γονίδιο (GRPR) που συνδέεται με τη φαγούρα και είναι ενεργό στο νωτιαίο μυελό. Με τη νέα τους έρευνα, οι Αμερικανο-κινέζοι ερευνητές ανακάλυψαν ότι τα νευρικά σήματα του πόνου και της φαγούρας μεταδίδονται μέσω ξεχωριστών νευρωνικών κυκλωμάτων του νωτιαίου μυελού. Οι επιστήμονες κατάφεραν να εξαφανίσουν τελείως σχεδόν το αίσθημα της φαγούρας από τα ποντίκια-πειραματόζωα, χωρίς όμως παράλληλα να εξαφανιστεί στο παραμικρό το αίσθημα του πόνου.
Αλλοι επιστήμονες, ειδικοί στη φαγούρα, εμφανίστηκαν πιο επιφυλακτικοί, όπως ο καθηγητής δερματολογίας Τζιλ Γιοσίποβιτς του αμερικανικού πανεπιστημίου Γουέικ Φόρεστ, ο οποίος επέστησε την προσοχή ότι άλλες επιστημονικές έρευνες έχουν δείξει πως υπάρχουν νευρικά κυκλώματα, τα οποία μεταφέρουν παράλληλα τόσο τον πόνο όσο και τη φαγούρα, ενώ εκτίμησε ότι θα χρειαστούν πολλά χρόνια μέχρι μια έρευνα πάνω σε ποντίκια «μεταφραστεί» σε φάρμακα χρήσιμα στους ανθρώπους.
Newsroom ΔΟΛ, με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ