επόμενη μέρα όλοι θα κυκλοφορούν βρωμώντας σκατίλα μα κανένας δε θα την μυρίζει στον διπλανό του, διότι το κυρίαρχο τρεντ πλέον θα είναι η σκατίλα. Όπως σήμερα είναι η συλλογική ενοχή, η απαξίωση, η ντροπή, το σκυμμένο κεφάλι, το μούδιασμα, ο γενικευμένος φόβος. Κι ακόμα είναι η αρχή. Έχουμε να δούμε και ν’ ακούσουμε…
Θα μας πουν για το λεμόνι του γείτονα–αυτουνού που έφτυνε στον κόρφο του όταν σ’ έβλεπε στην πόρτα; Ε αυτουνού! Που πλέον θα σου χτυπάει την πόρτα με χαμόγελο για να σου δίνει το ξινό και να πάρει το γλυκό-, την ρετσίνα που θα πίνεις αγκαλιά με την καριόλα του τετάρτου που καθαρίζει τα χαλιά τινάζοντάς τα πάνω στην μπουγάδα σου. Εννοείται ότι η εν λόγω καριόλα συνειδητοποιώντας την κάκιστη συμπεριφορά της στο πρόσφατο παρελθόν και επιθυμώντας να γίνει καλύτερος άνθρωπος ώστε να μπορεί μαζί σου με μια φωνή και μια αγκαλιά να τραγουδάει το «κάνε υπομονή κι ο ουρανός θα γίνει πιο γαλανός» ξαφνικά θα αποφασίσει να ραίνει με άνθη λεβάντας (από την γλάστρα που θα συντηρεί στο μπαλκόνι της) τα απλωμένα ρούχα σου. Η αλήθεια είναι -να την λέμε την αλήθεια- ότι η γνώση ότι τα έπλυνες στο ποτάμι της γειτονιάς -στα Κάτω Πατήσια δεν έχει ποτάμι αλλά ας μην το κάνουμε θέμα- χρησιμοποιώντας αλισίβα θα λειτουργήσει ως καταλύτης για την νεοαποκτηθείσα ταξική της -και όχι μόνο- συνείδηση.
Κάτσε σου λέω, έχει ενδιαφέρον. Σε λίγο θα μας πουν ότι σε κάθε κλείσιμο στούδιου μανικιούρ-πεντικιούρ, σε κάθε λουκέτο κομμωτηρίου χιλιάδες νοικοκυρές, μετανιωμένες που δεν ήξεραν να φτιάχνουν λαχανοντολμάδες και να προσθέτουν την σωστή ποσότητα νισεστέ στα αφράτα ζυμάρια τους και άκουσον άκουσον αγόραζαν γλυκά και ενίοτε συνέτρωγαν σε ταβέρνες με τις παρέες τους, αυτές οι νοικοκυρές της κακιάς ώρας και του κακού συναπαντήματος, αυτές που δεν άντεχαν; Αυτές! Αυτές λοιπόν, οι κακούργες που κυκλοφορούσαν με νύχια στολισμένα με στρασάκια και λουλουδάκια και είχαν και πλυντήριο πιάτων -αν είναι δυνατόν- θα πρέπει να βγαίνουν στους δρόμους ολοφυρόμενες και να κάνουν τη διαδρομή Κολιάτσου-Παγκράτι γονατιστές και γυμνόστηθες κραδαίνοντας μαστίγιο με εννιά ουρές και μολυβένιες άκρες, ζητώντας από τους περαστικούς να τις τιμωρήσουν για τον πρότερο ανέντιμο βίο τους. Ας μην αναφερθώ στις ντροπές του Σαββάτου: όταν πλήρωναν γυναίκα για να κάνει τις βαριές δουλειές κι αυτές γυρνούσαν από βιτρίνα σε βιτρίνα ισορροπώντας πάνω στις τεχνητές τους επιθυμίες. Ας μην…
Κάτσε σου λέω, έχει ενδιαφέρον. Κάθε βιτρίνα που θα γεμίζει με ενοικιάζεται ή πωλείται θα σηματοδοτεί την επιστροφή σου στην φύση. Κάθε κανόνι που ακούς θα σε κάνει να βγάζεις τις μισολιωμένες πασχαλιάτικες λαμπάδες και να τις ανάβεις κάνοντας τον σταυρό σου «δόξα τω θεώ έκλεισε ένα μαγαζί και σήμερα, θα φτάσουμε μια ώρα αρχύτερα στην φτώχεια και την αληθινή ευζωία. Θα γυρίσουμε την πλάτη στην απρόσωπη πόλη, θα γυρίσουμε στα χωριά μας και χαρωποί σκαφτιάδες θα μυρίζουμε με μάτια που θα φέγγουν από την ευτυχία τη σβουνιά και το χώμα, τρίβοντάς το στη μούρη μας. Επιτέλους θα ενωθούμε με τη φύση και το σύμπαν». Πρώτοι οι πρωταγωνιστές του «άβαταρ», δεύτεροι οι Έλληνες.
Κάτσε ρε χλιδόφτωχε σου λέω, έχει ενδιαφέρον. Ακόμα στην αρχή είσαι. Ακόμα τίποτα δεν σου έχουν πει. Σου είπαν ότι τα έφαγες μαζί τους, σου είπαν ότι το χρέος του δημόσιου τομέα επηρεάζεται από το χρέος των νοικοκυριών, σου είπαν ότι είσαι φασίστας, είσαι κομμουνιστής, είσαι μαλάκας, είσαι κυρίαρχος λαός, είσαι πλούσιος, είσαι φτωχός, είσαι προνομιούχος, είσαι τριτοκοσμικός, είσαι αναπτυγμένος, είσαι Ευρωπαίος, είσαι Βαλκάνιος, είσαι κοπρίτης, είσαι τεμπέλης, είσαι κλέφτης, είσαι λαμόγιο, είσαι περήφανα γηρατειά και τιμημένα νιάτα, είσαι κόκκινος, μπλε, πράσινος, πορτοκαλής με κίτρινους κόκκους, είσαι ένοχος, είσαι συνένοχος, είσαι απολιτίκ, είσαι απαίδευτος, είσαι αμόρφωτος, είσαι πλούσιος, είσαι φτωχός, είσαι χλιδάτος, είσαι φραγκάτος, είσαι τζιπάτος, είσαι κουπάτος. Είσαι και τι δεν είσαι.
Κάθε φορά, ανάλογα με την συγκυρία λαλάνε τα όργανα. Και συ γίνεσαι όποιος θελήσουν. Με τόση ευκολία που ανατριχιάζει το μέσα μου και το όξω μου μαζί. Σφυρίζουν οι βοσκοί και συ πας. Πέρα δώθε, πέρα δώθε. Σε κάθε κλικ και μια ταπείνωση ίσα για να ξεπληρώσεις τα κλικ του παρελθόντος σου και την γκλαμουριά που αγόραζες κρεμασμένη στα μανταλάκια. Τότε ήταν διαφορετικά. Κανένας δεν μιλούσε τότε. Ήταν καλό το μεροκάματο και το τρεντ ήταν η γκλαμουριά. Τώρα το τρεντ είναι η επιστροφή στις αξίες. Ρε ασταδιάλα.
Αλλά είπαμε. Θα διατηρήσω την αξιοπρέπειά μου. Θα κλείσω το στόμα, τη μύτη και τα μάτια. Να μη φωνάζω, να μη μυρίζω, να μη βλέπω. Ξυπνήστε με στον επόμενο τόνο. Όταν θα σου σφυρίξουν ότι ξεκίνησε η νέα βιομηχανική/τουριστική επανάσταση στην Ελλάδα. Με τις συνθήκες του χίλια επτακόσια ενενήντα τόσο. Κι εσύ θα τρέχεις να προλάβεις το τρένο της «ανάπτυξης» πληρώνοντας με λουρίδες από το κρέας σου. Όσο όσο.
υγ: Δεν είμαστε όλοι ίδιοι. Ακούς;
από το Επιμελώς Αμελής & Λοιπά Παράδοξα